31.5.07

ΚΙ ΑΛΛΕΣ ΜΟΔΑΤΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ (Λέγε με και Part 2)

Με το προηγούμενο post άφησα κάποιους ανοιχτούς λογαριασμούς. Άφησα παραπονεμένο τον αντρικό πληθυσμό αυτής της πόλης. «Με εμάς τί θα γίνει; Εμείς θα παραμείνουμε ρακένδυτοι; Πώς θα διεκδικήσουμε τη ενδεδυμένη κατά τον πλέον σικάτο τρόπο γυναίκα;» Σωστές και δικαιολογημένες οι κραυγές αγωνίας των αγοριών μας... Για να διεκδικήσεις λοιπόν τη Κινέζα πόρνη και άξιο μέλος του τσίρκο Medrano του προηγούμενου post κρίνεται απαραίτητο να είσαι ντυμένος ανάλογα, επάξια, αψεγάδιαστα, απλά υπέροχα!

Μ’ έφαγε λοιπόν η αγωνία να ανακαλύψω το κατάστημα που θα δώσει την απάντηση στην οπτική πανδαισία της υπερτιμημένης (κατά τη γνώμη ενός ακαλαίσθητου πάντα – μην επηρεάζεστε), πλην επώνυμης, κουρελαρίας της collection «Κόκκινα τσιρκοφάναρα στο Πεκίνο». Έψαξα, έψαξα, έλιωσα σόλες και σόλες, έφαγα όλη την πόλη, την ξέρασα, αλλά συνέχισα, δεν το έβαλα κάτω. Και ένα βράδυ, σε ανύποπτο χρόνο...μπαμ!...έπεσα πάνω στη βιτρίνα- αποκάλυψη!
Τα μάτια μου άστραψαν (όπως βέβαια και το φλας της φωτογραφικής του κινητού μου) μόλις αντίκρισα τον ενδυματολογικό παράδεισο που φυλάκισε κάποιος βλάσφημος πίσω από την γυάλινη φυλακή, που από ευγένεια αποκαλούμε όλοι μας, έτσι απλά και χυδαία, «βιτρίνα»... Αμαρτία! Τέτοια εκστασιογόνα κομμάτια να μένουν πίσω από τη βιτρίνα και να μη φοριούνται από ΟΛΟΥΣ ανεξαιρέτως τους κατοίκους αυτής της πόλης!

Κοιτάξτε συνολάκι (από κάτω προς τα πάνω):
παπουτσάκι για το πατροπαράδοτο σκότωμα της πεισματάρας και ανθεκτικής γωνιακής κατσαρίδας,

βερμούδα για το πέρασμα ποταμού για άντρες έτοιμους για όλα,
ζωνούλα με την χαρακτηριστική ένδειξη «Μ» - περιγραφή του πεοπαλινδρομητή ιδιοκτήτη της (να μην τον πω μαλάκα) και αποθέωση της αρετής της αυτογνωσίας,

σακάκι «μπας και προκύψει κάτι πιο επίσημο, μη μας πούνε και γύφτους»,
και, τέλος, ένα απλό πουκαμισάκι (μόλις 369 ψωροευρώ), το οποίο είμαι σίγουρος ότι αν μπορούσαμε να το δούμε ολόκληρο θα μας εξέπληττε ευχάριστα και θα είχε να προσφέρει ατελείωτες ώρες συγκινήσεων και ανατριχίλας!

Φανταστείτε εικόνα: η Κινέζα medranόπορνη και ο κυριλέ βατραχάνθρωπος σε safari κατσαρίδας με την ένδειξη μαλάκας (για να μη τον μπερδέψουμε κιόλας με κανέναν άλλον επίσης υπερβολικά καλοντυμένο). «Η τροτέζα και ο ΟΥΚάς στρατόκαβλος»! Μία εικόνα, χίλιες ορθοπεταλιές!

Η βόλτα αυτού το ζευγαριού δε θα είναι μια απλή τσάρκα, ούτε καν απλά μπουρδελότσαρκα λόγω της λάγνας Κινέζας μας...όχι, όχι... μιλάμε για την σουρεάλ οπτική περίληψη του καρναβαλιού στο Ρίο με σάμπα (και κώλο τσάμπα – της Κινέζας εννοείται...)!

Τη λυπητερή παρακαλώ!

Έφτασεεεε!
(...Ακούγονται πλήκτρα υπολογιστή τσέπης...):
Mόλις 1816 euros!!!
Κατά 170 euros πιο φτηνό το συνολάκι σε σχέση με αυτό της πόρνης αδερφής του Bruce Lee σε νέες τσιρκοπεριπέτειες!!! Ευκαιρία! Τρομερή ευκαιρία!! Τρελή ευκαιρία!!! Με την αγορά του συνόλου, ένας ζουρλομανδύας δώρο.

Δε χόρταινα να βλέπω αυτήν την αποκριάτικη ομορφιά! Κοιτούσα αχόρταγα τη βιτρίνα προσπαθώντας να φυλακίσω για πάντα στη μνήμη μου αυτήν την οπτική ηδονή και ταξίδευα με τη φαντασία μου στους στρωμένους με κομφετί και ιδρώτα από φιλήδονα γυναικεία οπίσθια δρόμους του Ρίο! Έβλεπα με λαγνεία (και σχεδόν έκδηλη στύση) τα υπέροχα εκθέματα, μέχρι που άρχισε να γεμίζει με αηδία τα σωθικά μου η βλακώδης υπερκαταναλωτική νοοτροπία που θα ωθήσει τα γνωστά αμνοειδή ανθρωπάρια στην απόκτησή τους και δεν άντεξα άλλο... Ξέρασα στη βιτρίνα κι έφυγα.

Μάλλον θα με πείραξε ο μουσακάς...

14.5.07

ΑΠΟΡΙΕΣ ΕΝΟΣ ΑΚΑΛΑΙΣΘΗΤΟΥ ΠΕΡΙ ΜΟΔΑΣ

Τις προάλλες που περιπλανιόμουν στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, κάποια στιγμή τα βήματά μου με οδήγησαν σε μια από τις πιο αγαπημένες μου βιτρίνες της πόλης. Μια βιτρίνα που αγαπώ ιδιαίτερα γιατί κάθε φορά που την κοιτάζω μου χαρίζει απίστευτες στιγμές γέλιου, αλλά και υγιούς και εποικοδομητικού προβληματισμού για τη βλακεία που δέρνει ένα σημαντικό μέρος του ματαιόδοξου πληθυσμού-κοπαδιού αυτής της χώρας. Κάθε φορά λοιπόν που έχω την τύχη να συναντήσω αυτό το μυθικό κατάστημα και αφού στεγνώσουν τα δάκρυα (από τα γέλια και τη συγκίνηση) στα απορημένα μου μάτια, αναρωτιέμαι πόσο πρόβατα και θύματα του marketing και της νοοτροπίας «όσο πιο ακριβό ένα ρούχο, ΣΙΓΟΥΡΑ και πιο καλό» μπορούν να είναι τα δίποδα κατοικίδια που ακούνε (τιμητικά, όχι ουσιαστικά) στον περιγραφικό χαρακτηρισμό «άνθρωποι».

Το τελευταίο σοκ το έφαγα πριν ολίγων ημερών. Περπατούσα αμέριμνος, καθώς έπεσε το μάτι μου σε ένα συνολάκι όνειρο: ένα μαύρο φορεματάκι με κάτι trendy μπαλώματα-τσιρκονούφαρα «η χαρά του Ταμτάκου», δύο υπέροχα κόκκινα πα-πούτσια που ξυπνούν σε κάθε αρσενικό που σέβεται τον εαυτό του αναμνήσεις από την τελευταία του επίσκεψη σε οίκο ανοχής ή/και στιπτητζάδικο και ... και... (ούτε να το πω δεν μπορώ, μου κόβεται η ανάσα)...ένα ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ καπέλο (ή καπελίνο να το πω;)! Το κερασάκι στην τούρτα.


Στην αρχή υπέθεσα (ο άσχετος, ο ακαλαίσθητος, το βόδι) ότι το καπέλο δεν αποτελεί μέρος του συνόλου προς πώληση, αλλά ότι απλά στολίζει την κούκλα της βιτρίνας ως μια λίγο πιο εκκεντρική πινελιά στον ενδυματολογικό καμβά (λέγε με Φου Μαν Τσου ή Κουνγκ Φου ή Μιγιάγκι).

Πόσο λάθος έκανα!

Συνολική τιμή: 1986 euros!!! 1986 euros για να ντυθεί κάποια (ή κάποιος, οι καιροί είναι περίεργοι...) κινέζα πόρνη-μέλος τσίρκου! Αξίζει πιστεύω...

Άντε να προσπέρασω την τιμή του φορέματος, αλλά την τιμή αυτού του καπέλου δεν μπορώ να την προσπεράσω! 126 euros για αυτήν την βαμμένη με μαύρο σπρέυ κωνικού σχήματος ΨΑΘΑ! Ήμαρτον! Προσπάθησα να δικαιολογήσω την τιμή του καπελίνου με πολλούς τρόπους, π.χ. ότι θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως θήκη για σπόρια, φωλιά άστεγων χελιδονιών, mini καθικάκι για ξωτικά κ.α., αλλά απέτυχα παταγωδώς! Μπορώ να συλλάβω την έννοια του απείρου, τη θεωρία της αιώνιας επιστροφής του Νίτσε, τους λόγους αποκλεισμού της Κύπρου από την Euro-βύζιον, αλλά όχι αυτό!!! Όχι αυτό!!!

Αύριο πρωί-πρωί, θα πάω να το αγοράσω....

4.5.07

Η Κοκκινοσκουφίτσα Και Το Σεναριακό Κενό!!!


Ακολουθεί η εξιστόρηση του παραμυθιού "Η Κοκκινοσκουφίτσα".
Όσοι το θυμούνται, παρακαλώ να προχωρήσουν στο κείμενο με τα κόκκινα γράμματα στο τέλος της εξιστόρησης.
Όσοι θα θελήσουν να αμφισβητήσουν τα σχόλιά μου, παρακαλώ να ξαναδιαβάσουν το παραμύθι και μετά να μου απαντήσουν.
Ευχαριστώ.

Εκ της διευθύνσεως του παρόντος blog.


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα κοριτσάκι που το φώναζαν "Κοκκινοσκουφίτσα".
Μια μέρα της είπε η μητέρα της: "Έλα Κοκκινοσκουφίτσα, πάρε λίγο φαγητό, αυτό το ψωμί και ένα μπουκάλι κρασί να τα πας στη γιαγιά σου. Έχει αρρωστήσει και πρέπει να φάει για να δυναμώσει και να γίνει καλά." Η γιαγιά της ζούσε μακριά στο δάσος. Μόλις η Κοκκινοσκουφίτσα μπήκε στο δάσος συνάντησε έναν λύκο.

"Καλημέρα Κοκκινοσκουφίτσα".
"Καλημέρα, λύκε".
"Πού πηγαίνεις πρωί-πρωί, Κοκκινοσκουφίτσα;"
"Στη γιαγιά μου".
"Τι κουβαλάς στην ποδιά σου;"
"Λίγο φαγητό και κρασί για την άρρωστη γιαγιά μου. Άμα τα φάει θα γίνει καλά".
"Και πού ζει η γιαγιά σου Κοκκινοσκουφίτσα;"
"Ένα χιλιόμετρο από εδώ, βαθύτερα μέσα στο δάσος. Το σπίτι της στέκει κάτω από τρεις μεγάλες βαλανιδιές, οι καρυδιές είναι παραδίπλα, σίγουρα θα το 'χεις δει", απάντησε η Κοκκινοσκουφίτσα.
Ο λύκος σκέφτηκε "Τί καλή που είναι αυτή η μικρούλα! Τ'ι νόστιμη γεύση που θα έχει. Πρέπει να δράσω με πανουργία και να τις πιάσω και τις δυο". Έτσι περπάτησε για λίγο μαζί της και μετά της είπε: "Κοίτα Κοκκινοσκουφίτσα, τι όμορφα λουλούδια! Λέω πως δεν ακούς τι ωραία που τραγουδούν τα πουλιά κι εσύ προχωράς βαρετά λες και πηγαίνεις σχολείο. Κοίτα όλη η φύση γιορτάζει σήμερα".
Η Κοκκινοσκουφίτσα σκέφτηκε "Αν μαζέψω ένα μικρό μπουκέτο λουλούδια θα κάνω την γιαγιά μου πολύ χαρούμενη. Είναι ακόμη νωρίς και σίγουρα θα προλάβω". Άφησε λοιπόν τον δρόμο πίσω της και χώθηκε στο δάσος για να βρει τα πιο όμορφα λουλούδια. Κάθε φορά που έκοβε ένα λουλούδι, νόμιζε πως λίγο παρακάτω έβλεπε ένα άλλο ακόμη πιο όμορφο κι έτσι, από λουλούδι σε λουλούδι, έμπαινε όλο και πιο βαθειά στο δάσος.

Στο μεταξύ ο λύκος έφτασε τρέχοντας στο σπίτι της γιαγιάς και της χτυπά την πόρτα.
"Ποιος είναι;"
"Η Κοκκινοσκουφίτσα", απαντάει ο λύκος. "Φέρνω φαγητό και κρασί, άνοιξε την πόρτα".
"Σήκωσε τον σύρτη", φώναξε η γιαγιά, "είμαι πολύ αδύναμη και δεν μπορώ να ανοίξω".
Ο λύκος σήκωσε τον σύρτη, άνοιξε την πόρτα και χωρίς λέξη πήγε στο κρεβάτι της γιαγιάς και την έφαγε. Μετά έβαλε τα ρούχα της γιαγιάς, ξάπλωσε στο κρεβάτι της και τράβηξε τις κουρτίνες.

Η Κοκκινοσκουφίτσα, αφού μάζεψε όσα λουλούδια μπορούσε να κουβαλήσει, θυμήθηκε τη γιαγιά της και πήρε τον δρόμο για το σπίτι της.

Όταν μπήκε στο δωμάτιο της γιαγιάς είπε δυνατά "Καλημέρα". Μα δεν πήρε απάντηση. Έτσι πήγε στο κρεβάτι και άνοιξε τις κουρτίνες. Στο κρεβάτι είδε τη γιαγιά της ξαπλωμένη, με το σκουφί της τραβηγμένο πολύ...

"Ω γιαγιά!", είπε, "τι μεγάλα αυτιά που έχεις!"
"Για να σε ακούω καλύτερα, παιδάκι μου".
"Μα, γιαγιά, τι μεγάλα μάτια που έχεις!"
"Για να σε βλέπω καλύτερα, παιδάκι μου".
"Γιαγιά, γιατί έχεις τόσο μεγάλα χέρια;"
"Για να σε αγκαλιάζω καλύτερα, παιδάκι μου".
"Γιαγιά τι τρομακτικά μεγάλο στόμα που έχεις!"
"Για να σε τρώω καλύτερα!"
Με το που το είπε αυτό ο λύκος, ορμάει με ένα σάλτο και τρώει την Κοκκινοσκουφίτσα.
Αφού ο λύκος χόρτασε την πείνα του, ξάπλωσε και πήρε έναν υπνάκο. Ροχάλιζε πολύ δυνατά. Ένας κυνηγός τον άκουσε καθώς πέρναγε έξω απ' το σπίτι και μονολόγησε "Πώς ροχαλίζει έτσι η γιαγιάκα! Πάω να δω μήπως χρειάζεται κάτι". Μπαίνοντας μέσα βλέπει τον λύκο να κοιμάται. "Εσύ εδώ αχρείε! Έχω ράμματα για την γούνα σου!" Και την στιγμή που θα πυροβολούσε σκέφτηκε ότι ίσως ο λύκος έχει φάει την γιαγιά. Έτσι ο κυνηγός δεν πυροβόλησε, μήπως ακόμα προλάβαινε να σώσει την ηλικιωμένη γυναίκα. Άρπαξε το ψαλίδι και άρχισε να κόβει το στομάχι του λύκου. Με τις δυο πρώτες ψαλιδιές είδε την Κοκκινοσκουφίτσα. Έκοψε άλλες δυο φορές, νάσου και η γιαγιά. Έκοψε λίγο ακόμα και η Κοκκινοσκουφίτσα βγήκε λέγοντας: "Αχ, πόσο φοβήθηκα! Τι σκοτεινά που ήταν μέσα στον λύκο" και μετά βγήκε ζωντανή και η γιαγιά, ίσα-ίσα που ανέπνεε. Η Κοκκινοσκουφίτσα μάζεψε γρήγορα πέτρες και γέμισε την κοιλιά του λύκου. Όταν ο λύκος ξύπνησε ήθελε να ξεφύγει αλλά οι πέτρες ήταν πολύ βαριές και ο λύκος έπεσε νεκρός.
Τί παραμύθι κι αυτό...Συμπαθητικό, δε λέω, αλλά δυστυχώς για ΄μένα τόσα χρόνια δυσκολοχώνευτο...Για ποιό λόγο; Μα για το προφανές σεναριακό κενό!

Έχω λοιπόν την εξής απορία-μπηχτή για τον απρόσεχτο συγγραφέα-εμπνευστή της παραπάνω ιστοριούλας:

Γιατί ο λύκος δεν έφαγε πρώτα την Κοκκινοσκουφίτσα και στη συνέχεια να πάει με την άνεσή του να φάει και τη γιαγιά; Αφού του είχε πεί η ηλίθια Κοκκινοσκουφίτσα πού μένει η γιαγιά της και έτσι, όπως είδαμε, πήγε τη βρήκε τη γιαγιά χωρίς τη βοήθεια της Σκουφίτσας. Άρα γιατί να την αφήσει για επιδόρπιο αφού δεν τη χρειάζονταν σε τίποτα;

Τα φώτα σας παρακαλώ!!!